της Μαρίας Γρηγοριάδη
Ρυάκι γάργαρο ειν το νερό που διασχίζει τα γυμνά της πόδια. Φωνάζει όχι επειδή πονεί μήτε επειδή φοβάται για κείνη αλλά γιατί είναι αγχωμένη αν θα τα καταφέρει στον πιο σημαντικό της ρόλο. Το ξέρει το νιώθει η ζωή της αλλάζει ριζικά. Ένας σφάχτης την πιάνει στο στομάχι. Ουρλιάζει πάλι . Πιο δυνατά από πριν ,ένα ουρλιαχτό που τους κάνεις όλους να σπαράζουν. Τώρα είναι 'ένα συνωθήλευμα ,άγχος ,αγωνία και πόνος 'όλα γίνουνται ένα μέσα της. Την ακούει ο άντρας της. Φωνάζει τη μαμη κι απο μέσα του παρακαλεί τούτο το θαύμα που επρόκειτο να ρθει κοντά τους να ειν αγόρι. Η μαμη ήρθε. Την βρίσκει ξαπλωμένη να σφαδάζει απ' τους πόνους. Οι ώρες περνούν ,ιδρώνει, πονεί πλιότερο τώρα. Ουρλιάζει, τσιρίζει, μπήγει τα νύχια της στο στρώμα, δακρύζει. Ύστερα από κάμποσο που θαρρούσε πως μια ζωή διήρκησε τούτη η γέννα ακούει κλάμα . Κλάμα λυτρωτικό, κλάμα που την ευεργετεί. Είναι καλά κι αυτή κι αυτό. Η μαμη της το δίνει να το αγκαλιάσει. Δεν νοιάζεται όμως εκείνη να ηδεί αν ειν κόρη η υιός το πλάσμα που της χάρισε ο Θεός ,μοναχά το αγκαλιάζει και το φιλεί με τις ελάχιστες δυνάμεις που της απομένουν. Η ακούει τις φωνές τους ανδρός της. Εκείνος βλασφημά. Εκείνη ,εκείνον, τη μαμη, το νεογέννητο παιδί τους ,την ατυχία του και τω Θεω που του δώκε κόρη. Έξαλλος είναι. Έτσι έμαθε ότι το παιδί της ειν κορίτσι. Ότι μια μέρα και τούτο θα πονέσει ,όπως πονούσε εκείνη πριν από λίγο. Το αγκαλιάζει σφιχτά και κλαίει μαζί του από χαρά ,αλλά επειδή ξέρει και τι την περιμένει. Η μαμη ξαναμπαίνει στην κάμαρη της -Μπράβο κόρη μου ψέλισε. Παρά τα όσα τράβηξε επειδή έκανε κόρη από τον άνδρα της εκείνη λάτρευε το παιδί της πλιότερο από κάθε απόκτημα της. Κάθε μέρα την έβλεπε να μεγαλώνει.
Το κείμενο αυτό έχει γραφτεί με αυτόν τον συγκλονιστικό, σκληρό τρόπο από τη Μαρία Γρηγοριάδη. Μπορείς να διαβάσεις τη συνέχεια του παραπάνω αποσπάσματος εδώ:
Πίνακας εξωφύλλου: Μητρική στοργή, Γεώργιος Ιακωβίδης